Το μετάξι είναι μια φυσική ζωικής προέλευσης υφαντική ίνα, που προέρχεται από το μεταξοσκώληκα, όταν φτιάχνεται το κουκούλι. Αλλά πως μπορεί κανείς να ασχοληθεί με το μετάξι και να περιγράψει τα τεχνικά, φυσικά χαρακτηριστικά του, όταν τα άυλα στοιχεία του τα επικαλύπτουν και πρακτικά τα εκμηδενίζουν. Ένα υλικό που στην γραμματική από ουσιαστικό που είναι χρησιμοποιείται σχεδόν πάντα σαν επιθετικός προσδιορισμός για να χαρακτηρίζει και τελικά για να αναβαθμίζει άλλα ουσιαστικά. Ένα υλικό, που στην άυλη μορφή του, αποτέλεσε και αποτελεί το ερέθισμα των ποιητών, το διάνθισμα στην λογοτεχνία, το σπίρτο στην παλέτα του ζωγράφου, την έμπνευση στο “crescendo” για την μουσική και τελικά τον ύμνο στην ομορφιά. Είναι το υλικό, που από μόνο του εκφράζει την πολυτέλεια, που διαχωρίζει την ευμάρεια από την απλή επιβίωση. Είναι το μοναδικό υλικό στον κόσμο για το οποίο χαράχθηκε δρόμος εδώ και αιώνες, ο δρόμος του μεταξιού, που και σήμερα προσπαθεί να τον αναγεννήσει η Κινεζική Κυβέρνηση, σαν κύριο άξονα των εξαγωγών της προς την Ευρώπη.

Ο μεταξοσκώληκας, παράγει ίνα από το έκκριμα των αδένων του, που εφαπτόμενο με τον αέρα και αυτομάτως στερεοποιούμενο, μορφοποιείται σε συνεχή και λεπτή ίνα. Η επεξεργασία στην συνέχεια, για να παραχθεί η μεταξωτή κλωστή, είναι εξαιρετικά επίπονη και πολύπλοκη διαδικασία με πολλές και ανυπέρβλητες δυσκολίες. Οι πολλές δυσκολίες, το αυξανόμενο εργατικό κόστος, η συνεχώς βελτιούμενη ποιότητα των αντίστοιχων φυσικών μεταξιών, δηλαδή των φυτικών, που παράγονται από τις ίνες ειδικών φυτών, όπως π.χ. το Bamboo Silk, έχουν μειώσει θεαματικά την παγκόσμια συνολική παραγωγή ζωικού μεταξιού, αλλά και την τοπική σε κάθε χώρα σε ολόκληρο τον κόσμο.

Η λέξη silk προέρχεται από τα πρωτόλεια αγγλικά και την λέξη sioloc που ετυμολογικά και αυτή προέρχεται από την αρχαία ελληνική σηρικός ή serikos ή ίσως “silke” από την γλώσσα των Μανδαρίνων. Όμως, ιστορικά υπάρχουν πολλές αναφορές στο μετάξι από την αρχαία Ελλάδα, όπου το μετάξι λεγόταν σηρ και το μεταξωτό ύφασμα σηρικός. Η Κίνα, όπου πρωτοεμφανίστηκε το μετάξι με την λήξη της λίθινης εποχής το 2.000 π.Χ., ήταν η χώρα, που στην εποχή της αρχαίας Ελλάδας, από τον 6ο π.Χ. αιώνα την αποκαλούσαν Σηρία και τους Κινέζους Σήρες.

Το μετάξι πρωτοεμφανίστηκε στην Κίνα περίπου πριν από 4.500 χρόνια και αποτέλεσε από την αρχή στοιχείο οικονομικής ανάπτυξης και εξωστρέφειας προς τις γειτονικές της χώρες. Την τέχνη την αντέγραψαν όλοι οι λαοί γύρω από τα Ιμαλάια. Είναι σημαντικό, ότι το Βυζαντινό μετάξι, που υφαινόταν από τον 4ο μ.Χ αιώνα μέχρι την Άλωση το 1453 υπήρξε το πλέον υπολογίσιμο υφαντικό κέντρο μεταξιού για ολόκληρη την Ευρώπη. Η τέχνη και η τεχνική στην επεξεργασία του μεταξιού, παρέμενε “επτασφράγιστο” μυστικό για πολλούς αιώνες. Το μετάξι και τα εξ’ αυτού παραγόμενα προϊόντα, από την κλωστή μέχρι το ύφασμα, υπήρξαν από τα πιο σημαντικά αγαθά της Βυζαντινής οικονομίας και χρησιμοποιήθηκε από το κράτος σαν μέσο, τόσο στην οικονομία όσο και στην διπλωματία. Όμως, υπάρχουν παλαιότερες ιστορικές αναφορές για το μετάξι από την αρχαία Ελλάδα, ενώ ο Αριστοτέλης μας αποκαλύπτει, ότι στην νήσο Κω οι γυναίκες ασχολούνταν με την κατεργασία του μεταξιού. Αλλά και ο Μέγας Αλέξανδρος, έδωσε εξαιρετικά μεγάλη σημασία στο μετάξι και σε ότι είχε σχέση με την ευρύτερη αξιοποίησή του.

Κατά την Βυζαντινή περίοδο, η μεταφορά του “know how” από την Κίνα, ήταν αποτέλεσμα της εκεί αποστολής δύο μοναχών, κατ’ εντολήν του Ιουστινιανού που κατάφεραν να μεταφέρουν κρυφά μεταξόσπορο στο Βυζάντιο, κρυμμένο μέσα στα μπαστούνια τους. Το μετάξι τρέφεται από τα φύλλα της μουριάς. Η μεταξουργία αναπτύχθηκε σε ολόκληρη την Ελλάδα, αλλά σε ύψιστα επίπεδα στην Πελοπόννησο που ονομάστηκε από τότε Μοριάς λόγω της καλλιέργειας της μουριάς. Οι Άραβες με τις επιθέσεις τους στην Πελοπόννησο τον 6ο μ.Χ. αιώνα μετέφεραν την τέχνη με όλες τις τεχνικές στις χώρες τους, ενώ Έλληνες από την Πελοπόννησο κατά το 12ο αιώνα που ταξίδευαν και μετανάστευαν στην Σικελία, ανέπτυξαν και εκεί την κατεργασία του μεταξιού, στην οποία είχαν βαθιά εμπειρία και εξ’ αυτού παρατηρήθηκε θεαματική ανάπτυξη σε ολόκληρη την Σικελία. Κατά τον επόμενο 13ο αιώνα, μεταφέρθηκε πολύ εύκολα η τέχνη και η τεχνική στην κατεργασία του μεταξιού στην κυρίως Ιταλία, όπου δημιουργήθηκαν σοβαρά κέντρα βιοτεχνίας μεταξιού στην Φλωρεντία, στην Βενετία, στην Γένοβα και στο Μιλάνο. Από την Ιταλία τον επόμενο 14ο αιώνα μεταφέρθηκε και αναπτύχθηκε η κατεργασία του μεταξιού στην Γαλλία καταρχήν στην Αβινιόν με απόλυτη χρηματοδότηση του εγχειρήματος από τον ίδιο τον Πάπα.

Είναι γνωστό, ότι οτιδήποτε μεταξωτό είναι ταυτόσημο της πολυτέλειας. Έτσι, μέχρι σήμερα παράγονται ολομέταξα υφάσματα κυρίως για γυναικεία ρούχα δεξιώσεων, για εσάρπες, για γραβάτες, για μπλούζες και πουκάμισα και μια σειρά από διάφορα πολυτελή προϊόντα. Πάντοτε το ζωικό μετάξι, ήταν δυσεύρετο και πανάκριβο και ήταν μια επιβεβαίωση υψηλού οικονομικού status και μιας ξεχωριστής ευημερίας. Αντίθετα, το μετάξι μεταποιημένο σε κλωστή ραφής, είχε μια πρακτική και πιο προσγειωμένη εφαρμογή στην υποδηματοποιία. Η μεταξωτή κλωστή, σαν πολύ στέρεα (ύστερα από επεξεργασίες στριψίματος), χρησιμοποιούνταν σχεδόν αποκλειστικά για τη συρραφή του εμφανούς δέρματος με εκείνο της σόλας στην υποδηματοποιία. Με την ανακάλυψη και στην συνέχεια ανάπτυξη της βιομηχανίας των συνεχών συνθετικών ινών, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, εγκαταλείφθηκε οριστικά η υψηλού κόστους μεταξωτή κλωστή και αντικαταστάθηκε με τις πολύ φθηνές αλλά εξίσου στερεές πολυεστερικές ίνες.

Το ζωικό μετάξι αποτέλεσε και αποτελεί μια από τις δύο βασικές πρώτες ύλες για την παραγωγή ενός χειροποίητου χαλιού είτε αποκλειστικά από μετάξι είτε σαν προσθήκη σε ορισμένα σημεία στα μάλλινα χειροποίητα χαλιά. Με αφετηρία από την Κίνα τα μεταξωτά χειροποίητα χαλιά αναπτύχθηκαν χρησιμοποιώντας μετάξι από τοπικές παραγωγές, στην Περσία, στο Αφγανιστάν, στο Θιβέτ, στο Νεπάλ, στο Κασμίρ, στην Τουρκία, στο γεωγραφικό Τουρκεστάν και σε μικρότερη κλίμακα στην Αίγυπτο. Το μεταξωτό χειροποίητο χαλί αποτελεί πάντα μια επιβεβαίωση ενός εξαιρετικά υψηλού status symbol. Μετά τις Σταυροφορίες και την έντονη χρησιμοποίηση των μεταξωτών χειροποίητων χαλιών από τους Δυτικούς Ηγεμόνες και την Καθολική Εκκλησία, χρησιμοποιήθηκε σαν σημείο προβολής και επίδειξης από όλη την τότε Αριστοκρατία της Δύσης. Βέβαια, και κατά την διάρκεια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, η Ανατολική Εκκλησία και όλα τα Πατριαρχεία της, χρησιμοποίησαν πέρα από υφάσματα και πάρα πολλά μεταξωτά χειροποίητα χαλιά. Αλλά και από τα μέσα του 19ου αιώνα, τα μεταξωτά χειροποίητα χαλιά κίνησαν το έντονο ενδιαφέρον όλων των τότε αναπτυσσόμενων οικονομικά οικογενειών της Ευρώπης. Αποτελούσε την επικύρωση και την σφραγίδα για το κοινωνικό τους επίπεδο. Στις μέρες μας τα μεταξωτά χειροποίητα χαλιά είναι τοποθετημένα σε όλα τα Ανάκτορα, Προεδρίες, Πρεσβείες στην Ευρώπη και στην Αμερική. Αποτελούν επίσης την μόνιμη επιθυμία απόκτησής τους από την Ευρωπαϊκή και Αμερικανική οικονομική και καλλιτεχνική ελίτ.

Ένα μεταξωτό χειροποίητο χαλί, αποτελεί πάντοτε ένα αδιαφιλονίκητο, υψηλής αξίας κειμήλιο, που κληροδοτείται με περηφάνεια στις επόμενες γενιές. Επίσης, δεν έπαψε ποτέ να αποτελεί μια ασφαλή επένδυση για το λόγο, ότι η παραγωγή του αφενός βαίνει συνεχώς μειούμενη και αφετέρου το κόστος των χαρισματικών υφαντών που ασχολούνται με την παραγωγή τους, ανεβαίνει θεαματικά και συνεχώς. Επιπλέον, υπάρχει μια αντικειμενική μείωση της παραγωγής των μεταξωτών χειροποίητων χαλιών, γιατί άλλα χειροποίητα χαλιά, πάντοτε από φυσικές ύλες, αλλά από φυτικό και όχι ζωικό μετάξι παρουσιάζονται εξαιρετικά βελτιωμένα ποιοτικά τα τελευταία χρόνια. Είναι αξιοπρόσεκτο, ότι η ποιότητά τους έχει φτάσει σε υψηλό σημείο, ώστε να προσεγγίζει αλλά μόνο στην πρώτη ματιά, κατά κάποιο τρόπο την εμφάνιση των χειροποίητων χαλιών από ζωικό μετάξι. Βέβαια, ουδεμία ουσιαστική, ποιοτική σύγκριση μεταξύ τους μπορεί να γίνει, ούτε και σε σχέση με το αντίστοιχο κόστος ενός εκάστου. Πάντοτε, το χειροποίητο χαλί από ζωικό μετάξι ήταν και είναι δυσεύρετο και γιατί η πρώτη ύλη του είναι μοναδική και γιατί οι τεχνίτες που ασχολούνται είναι μοναδικοί. Άριστο υλικό, συν αριστοτεχνία παράγεται ένα έργο τέχνης, ένα αριστούργημα που καμία τιμή δεν μπορεί να το εξαγοράσει ή να προσεγγίσει την αιώνια αξία του.