Οι χώρες της ‘Ζώνης του Χαλιού’

Η ιστορία του ανατολίτικου χαλιού δεν ακολουθεί μια ευθύγραμμη και συνεχή πορεία. Αντίθετα, η τέχνη της ταπητουργίας είχε διάφορες εστίες εξέλιξης που αναπτύχθηκαν τόσο αυτόνομα, σύμφωνα με τις τοπικές παραδόσεις, όσο και μέσα από ζυμώσεις πληθυσμιακές και πολιτισμικές. Οι κυριότερες ταπητουργικές χώρες εκτείνονται στην περιοχή που ονομάζεται “Ζώνη του Χαλιού” και περιλαμβάνει στην Ασία την Κίνα και το Βιετνάμ στα ανατολικά, την Τουρκία και το Ιράν στα δυτικά, ενώ στα βόρεια το γεωγραφικό Τουρκεστάν με τις πρώην Ισλαμικές Δημοκρατίες της Σοβιετικής Ένωσης, που καλύπτει όλη την κεντρική Ασία, τον Καύκασο στα βορειοδυτικά και την Ινδία στο Νότο. Αντίστοιχα, εκτός “ζώνης” και μικρότερης σημασίας περιοχή είναι στην Βόρειο Αφρική και περιλαμβάνει την Αίγυπτο, την Τυνησία, την Αλγερία και το Μαρόκο. Η ανάλογη ανάπτυξη των χειροποίητων κιλιμιών από τους ιθαγενείς στο Μεξικό και στη Νότιο Αμερική, δεν αποτελεί αντικείμενο του παρόντος. Η κατασκευή χαλιών αποτέλεσε ανέκαθεν μια τέχνη με λαϊκές ρίζες που αψήφησε την επίσημη “καταλογοποίηση” και καταγραφή, παραμένοντας ανεξάρτητη και απροσδιόριστη, όπως ακριβώς και οι φυλές από τις οποίες προήλθε. Έτσι, η ταξινόμηση των ανατολίτικων χαλιών δεν υπακούει σε κάποιον γενικό, απαράβατο, διεθνή κανόνα, υπάρχουν όμως διάφορα κριτήρια σύμφωνα με τα οποία μπορεί να κατατάξει κανείς τα χαλιά σε διάφορες κατηγορίες, όπως το σχέδιο, το χρώμα, τα υλικά, η τιμή, κ.τ.λ., με συνηθέστερες τη χώρα προέλευσης και την ομάδα υφαντών που τα πρωτο-δημιούργησε.

Η ταξινόμηση ή “κατηγοριοποίηση” ανά χώρα πηγάζει τόσο από τη λογική, όσο και από τις λειτουργικές ανάγκες του εμπορίου, αφού πολύ διαφορετικές τιμές μπορεί να προκύψουν για παρόμοια σχέδια χαλιών που όμως προέρχονται από διαφορετικές χώρες, με διαφορετική τεχνοτροπία, ή τιμές συναλλάγματος και φόρους. Παρόλα αυτά, αυτή η μέθοδος ταξινόμησης δεν κρίνεται ιδιαίτερα αποτελεσματική, γιατί αντανακλά πρωτίστως τα γεωγραφικά σύνορα και όχι τις φυλετικές μετατοπίσεις και διασυνδέσεις. Εξάλλου, τα εθνικά σύνορα των χωρών αυτών έχουν υποστεί ραγδαίες αλλαγές τα τελευταία εκατό χρόνια και παραδοσιακές χώρες ταπητουργίας έχουν απορροφηθεί σε πιο σύγχρονα κράτη. Παράλληλα, οι συνεχείς μεταναστεύσεις πληθυσμών, δηλαδή φυλών δημιούργησαν εκατομμύρια προσφύγων, που όμως συνεχίζουν εντελώς σχολαστικά και αυστηρά απαραβίαστη την αντιπαραγωγική, αλλά απόλυτα αυθεντική ταπητουργική παράδοση στη νέα τους χώρα.

Σε κάθε περίπτωση, η ταξινόμηση των χαλιών σε κατηγορίες δεν μπορεί να διεξαχθεί ανεξάρτητα από τις υφαντουργικές εθνικές ομάδες, αφού οι μετακινήσεις τους διασυνοριακά, και σε μικρότερο βαθμό οι πολιτικές αλλαγές συνόρων, καθόρισαν την εξέλιξη της ταπητουργίας. Οι τέσσερις βασικές ταπητουργικές ομάδες είναι οι εξής:

  • Ινδο – Αρυανές υπο-ομάδες
  • Τουρκικές υπο – ομάδες
  • Κουρδικές υπο – ομάδες και
  • Μογγολικές υπο-ομάδες

Αυτές οι φυλές δεν πρέπει να θεωρηθούν ως κλειστά σύνολα, καθώς τοπικές επιμειξίες και μεταναστεύσεις έλαβαν χώρα στο πέρασμα του χρόνου. Πρόσφατοι πόλεμοι και φυσικές καταστροφές προκάλεσαν μεγάλα κύματα προσφύγων στην περιοχή του Καυκάσου και στο Ιράν, το Ιράκ, το Αφγανιστάν και την Κεντρική Ασία. Για παράδειγμα, στο Αζερμπαϊτζάν, ένας καταστροφικός συνδυασμός πολέμου και σεισμού οδήγησε στον μαρασμό την τοπική ταπητουργία. Οι αναπαραγωγές που εμφανίστηκαν στην πόλη Meshad του Ιράν, επωφελούνται αυτού ακριβώς του γεγονότος. Παραδοσιακά αφγανικά σχέδια παράγονται πλέον και σε προσφυγικούς καταυλισμούς στο Πακιστάν. Τα σχέδια μπορεί να προέρχονται από τη σχεδιαστική «φαρέτρα» των φυλών, τα υλικά όμως, ενδέχεται να μην είναι παραδοσιακά. Ακόμη, παραλλαγές των σχεδίων μπορούν να προκύψουν και από την αλληλεπίδραση που ασκεί η ανάμειξη διαφορετικών προσφυγικών φυλών μεταξύ τους ή με ντόπιους κατοίκους. Καθώς οι φυλές αφομοιώνονται, νέες υπο – ομάδες και φυλές κάνουν την εμφάνισή τους, με νέα ήθη και έθιμα και καινούριες ονομασίες. Οι παραδόσεις –ταπητουργικές ή μη- εμπλουτίζονται με νέα στοιχεία καθώς το «παλιό» αναμιγνύεται γόνιμα με το «καινούριο» παράγοντας νέους συνδυασμούς και ρηξικέλευθες καινοτομίες, με σεβασμό, πάντα, στο παρελθόν.

Οι ονομασίες των επιμέρους τύπων χαλιών προέρχονται είτε από τον τόπο προέλευσης, εάν πρόκειται για χωριάτικα χαλιά, είτε από το όνομα της υφαντουργικής φυλής, στην περίπτωση των νομαδικών χαλιών. Τα τελευταία είναι γνωστά τόσο με το όνομα της υπο –φυλής, όσο και με την ονομασία της ευρύτερης φυλετικής ταξινόμισης. Τα χαλιά που παράγονται σε μικρά χωριά παίρνουν ενίοτε την ονομασία της πλησιέστερης ταπητουργικής πόλης, αρκεί, βεβαίως, η παραγωγή χαλιών των δύο περιοχών να παρουσιάζει σημαντικές ομοιότητες. Παλαιότερα, κάθε περιοχή διέθετε ιδιαίτερες τεχνικές υφαντουργίας, σχέδια και κυρίαρχα χρώματα κι έτσι μπορούσε κανείς εξετάζοντας το χαλί να αναγνωρίσει την περιοχή προέλευσής του. Τα μοτίβα που συναντούσε κανείς στα χαλιά είχαν διαφορετικό συμβολισμό για την κάθε περιοχή σε άμεση συνάρτηση με το ευρύτερο κοινωνικό, θρησκευτικό και εν γένει πολιτισμικό πλαίσιο. Σήμερα, όμως, αυτός ο κανόνας δεν είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικός, καθώς πολλά σχέδια παράγονται και σε άλλες χώρες εκτός της αρχικής καταγωγής τους. Έτσι, δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο να εμφανίζονται στην αγορά χαλιά που κατασκευάστηκαν από μια ομάδα υφαντών με το όνομα της διαφορετικής φυλής που εμπνεύστηκε το σχέδιο. Οι ονομασίες αυτές είναι χρήσιμες γιατί καθορίζουν το σχέδιο του χαλιού περισσότερο από την περιοχή παραγωγής του. Σε ό,τι αφορά στα σύγχρονα χαλιά, η χώρα προέλευσης παίζει πολύ μικρότερο ρόλο από το σχεδιασμό του χαλιού. Στα χαλιά των τελευταίων δεκαετιών, με το πρωτοποριακό design, σημασία έχει περισσότερο η «προσωπικότητα» του χαλιού, παρά η ακριβής «εθνικότητά» του.

Σε μια μεγάλη μερίδα του αγοραστικού κοινού κυριαρχεί η αντίληψη ότι τα χαλιά που υφάνθηκαν σε μια συγκεκριμένη πόλη ή χώρα υπερέχουν αυτών που κατασκευάστηκαν σε κάποια άλλη. Αυτό, είναι απόλυτα ανακριβές. Είναι απαραίτητο να τονιστεί ότι τα γεωγραφικά ή πολιτικά σύνορα δεν σχετίζονται άμεσα με την ποιότητα του χαλιού. Η τελευταία αντανακλά και στηρίζεται μόνο στο επίπεδο δεξιοτεχνίας του εκάστοτε υφάντη. Καμία χώρα δεν κατέχει το μονοπώλιο στην υφαντουργική επιδεξιότητα και επαφίεται στην εμπειρία και γνώση τόσο του εξαγωγέα παραγωγού όσο και του εισαγωγέα αγοραστή, η επιλογή των πραγματικά αξιόλογων και ιδιαίτερων χαλιών από την κάθε περιοχή, ανάλογα με ποιά είναι η πελατεία του. Εάν ο εισαγωγέας είναι κατάστημα λιανικής και πουλά κατευθείαν στον τελικό καταναλωτή, προτιμά πάντα την υψηλή ποιότητα, που είναι απαραίτητη προυπόθεση, ώστε να διατηρήσει την αξιοπιστία του απέναντι στους πελάτες του. Αυτό σημαίνει, ότι υποχρεωτικά αδιαφορεί για την ασφαλώς υψηλότερη τιμή, αφού το σχολαστικό ενδιαφέρον του εστιάζεται αποκλειστικά στην αδιαμφισβήτητα ανώτερη ποιότητα του χαλιού, βασισμένη στην επιδεξιότητα και καλλιτεχνία του προικισμένου τεχνίτη-δημιουργού. Αν όμως πρόκειται για εισαγωγέα χονδρικής, τότε το σημαντικότερο είναι η τιμή και όχι η ποιότητα, γιατί δεν έρχεται σε επαφή με τον τελικό πελάτη, ώστε να τον ενδιαφέρει η αξιοπιστία του απέναντί του. Ουσιαστικά, για τον εισαγωγέα χονδροπωλητή, η αξιοπιστία προς τον άγνωστο τελικό καταναλωτή, λογικά του είναι εντελώς αδιάφορη, ενώ αντιθέτως η χαμηλή τιμή και τον προβάλει ως οικονομικά ελκυστικό απέναντι στους ανταγωνιστές του, και το συνηθέστερο μεγιστοποιεί το μεταπρατικό του κέρδος.