Γεωπολιτική Μορφολογία
Ένα από τα σπουδαιότερα σταυροδρόμια των αρχαίων πολιτισμών είναι η χερσόνησος της Ανατολίας, που βρέχεται από τρεις θάλασσες: τη Μαύρη Θάλασσα στα βόρεια, το Αιγαίο Πέλαγος στα δυτικά, την Μεσόγειο στα νότια, αλλά και την θάλασσα του Μαρμαρά στα βορειοδυτικά. Αποτελεί το ασιατικό τμήμα της σημερινής Τουρκίας, που ονομάστηκε αρχικά Ασία από τους αρχαίους Έλληνες και στη συνέχεια Μικρά Ασία για να διαχωριστεί από την ευρύτερη περιοχή της ασιατικής ηπείρου. Το όνομά της προέρχεται από την ελληνική λέξη “Ανατολή” και σημαίνει, σύμφωνα με την ελληνική της ερμηνεία, “η χώρα όπου ο ήλιος ανατέλλει”. Η τουρκική του εκδοχή, η ονομασία ‘Anadolu’, δεν φέρει λυρικές αναφορές αλλά παιδαγωγικά διδάγματα, καθώς, σύμφωνα με τη λαϊκή θυμοσοφία, η λέξη σημαίνει ‘γεμάτη μητρικότητα’ και εξαίρει τη συνεισφορά του μητρικού γάλακτος στη σφυρηλάτηση της ανδρικής γενναιότητας. Κατά μία λιγότερο κυριολεκτική έννοια, η λέξη Ανατολία μεταφράζεται ως η ‘Μητέρα των Πόλεων’ και προέρχεται από την παντοδύναμη, προ – Ισλαμική κυριαρχία των Βυζαντινών στην περιοχή.
Εξαιτίας της στρατηγικής της τοποθεσίας στη διασταύρωση Ασίας και Ανατολής, η Ανατολία έγινε το επίκεντρο πολλών πολιτισμών από αρχαιοτάτων χρόνων. Ανεπιβεβαίωτες ιστορικές πηγές αναφέρουν ότι η κυριαρχία των Αρχαίων Ελλήνων στην περιοχή άρχισε γύρω στον 8ο π. Χ. αιώνα με την επίθεση στην πόλη – κράτος της Τροίας που σήμανε και το ξεκίνημα του θρυλικού Τρωικού Πολέμου. Η κατάκτηση της Ανατολίας από τους Ρωμαίους τον 2ο π.Χ αιώνα είχε ισχυρή πολιτιστική επίδραση και στους δύο λαούς· μάλιστα, η περιοχή της Καππαδοκίας φέρει ως σήμερα τη σφραγίδα της Ρώμης. Η Ανατολία γνώρισε έκτοτε μια περίοδο σχετικής ευημερίας μέχρι την περίοδο της Βυζαντινής αυτοκρατορίας στο Μεσαίωνα, όπου έγινε το λίκνο του Χριστιανισμού και το επίκεντρο τόσο του Ρωμαϊκού, όσο και του Ελληνικού πολιτισμού. Την παρακμή των Βυζαντινών ακολούθησε μοιραία η εισβολή των Μογγόλων και των Αράβων, πριν την τελική επικράτηση των Οθωμανών το 15o αιώνα στην περιοχή, που εγκαινίασαν μια νέα ιστορική και πολιτισμική εποχή. Η αποτίναξη της Χριστιανικής επιρροής απαιτούσε τόσο πολιτικές αποφάσεις, όσο και συμβολικές χειρονομίες. Έτσι, η μεγαλόπρεπη και κοσμοπολίτικη Κωνσταντινούπολη, μετά την άλωσή της το 1453, δέχτηκε ένα ακόμα ισχυρό πλήγμα, με την πτώση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, και την γέννηση της Τουρκικής Δημοκρατίας, χάνοντας της πολιτειακή πρωτοκαθεδρία της από την Άγκυρα, που ανακηρύχτηκε σε νέα πρωτεύουσα του νέου κράτους. Από το 1923 η Ανατολία αποτέλεσε το μεγαλύτερο τμήμα του Τουρκικού κράτους που ίδρυσε ο εθνικός ήρωας των Τούρκων, ο Κεμάλ Ατατούρκ.
Παρότι σήμερα, για το μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού της περιοχής, μητρική γλώσσα είναι η τουρκική, η Ανατολία παρέμεινε για σημαντικό μέρος του 20ου αιώνα πολυεθνική και πολυπολιτισμική. Η τελευταία μεγάλη μετακίνηση πληθυσμών πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με τις επιταγές της «Συμβάσεως Περί ανταλλαγής των Ελληνικών και Τουρκικών πληθυσμών» μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, που προέβλεπε την υποχρεωτική ανταλλαγή των Ελλήνων ορθοδόξων (Τούρκων υπηκόων) της οθωμανικής αυτοκρατορίας και των μουσουλμάνων (Ελλήνων υπηκόων), που ήταν εγκαταστημένοι στο ελληνικό κράτος. Μια σημαντική μειονότητα Κούρδων κατοικοεδρεύει στο νοτιοανατολικό τμήμα της Ανατολίας, ενώ Αρμένιοι και Γεωργιανοί διαμένουν σε βορειοανατολικές περιοχές.
H τέχνη της Ταπητουργίας στην Ανατολία
Ακριβή ιστορικά στοιχεία για την απαρχή της ταπητουργίας στην περιοχή της Ανατολίας, δυστυχώς δεν υπάρχουν. Όμως, είναι γεγονός ότι στην περιοχή υπήρχε παραγωγή χαλιών από την αρχαιότητα και από τους γηγενείς κατοίκους και από τους Έλληνες αποίκους των παραλιακών πόλεων και της ενδοχώρας. Πριν την Μικρασιατική καταστροφή, ένα μεγάλο μέρος από τους Ρωμιούς-Χριστιανούς ασχολούνταν με την οικιακή ταπητουργία. Είναι γνωστό όμως, ότι πολλοί κάτοικοι ειδικά της περιοχής του Ικονίου μυήθηκαν στην τέχνη της ύφανσης χαλιών κατά τη διάρκεια της Αυτοκρατορίας των Σελτζούκων Τούρκων και ειδικότερα στα τέλη του 11ου και στις αρχές του 12ου αιώνα, όταν δηλαδή η κυριαρχία των Σελτζούκων ήταν ιδιαίτερα ισχυρή στην περιοχή της Ανατολίας. Τα πιο παλιά δείγματα χαλιών από την Δυναστεία των Σελτζούκων Τούρκων έχουν βρεθεί στην πόλη Κόνυα (Ικόνιο), που αποτελούσε και την πρωτεύουσα των Σελτζούκων στην Ανατολία και εξελίχτηκε στο επίκεντρο της Τουρκικής ταπητουργίας για μεγάλο διάστημα. Κοινό χαρακτηριστικό των πρώτων χαλιών είναι το Kufic περίγραμμα, το οκταγωνικό αστέρι και τα γεωμετρικά μοτίβα. Με την επικράτηση των Οθωμανών, όμως, διάφοροι νεωτερισμοί που εφαρμόστηκαν, άλλαξαν τη φυσιογνωμία των χαλιών της Ανατολίας. Ο συνδυασμός των παλαιότερων τεχνικών με εκείνες των Σελτζούκων διατηρώντας παρόλα αυτά την αρτιότητα της κατασκευής και την ιδιαιτερότητα των σχεδίων, τα έκαναν περιζήτητα στην αριστοκρατία της Ευρώπης. Είναι αξιοσημείωτο, ότι στα μέσα του 19ου αιώνα, τα χαλιά της ευρύτερης Ανατολίας αποτελούσαν το δεύτερο σε μέγεθος εξαγώγιμο προϊόν της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Επίσης, το κέντρο ταπητουργίας της πόλης Χέρεκε ανέπτυξε ιδιαίτερη παραγωγή στα μεταξωτά χαλιά μαζί με την Καισάρεια στην Καππαδοκία, ενώ αργότερα, νέα εργαστήρια εγκαινιάστηκαν σε περιοχές της Κωνσταντινούπολης, όπως το Κουμ Καπί, το Τοπ Καπί και το Ουσκουντάρ.
Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ‘80, χαλιά υφαίνονται σε περισσότερα από 750 χωριά και νομαδικές περιοχές της Τουρκίας, σε μεγάλη ποικιλία σχεδίων, συμβολισμών και διαστάσεων που καταμαρτυρούν τη διαφορετικότητα των παραδόσεων των λαών αυτών, που διατηρείται ανέπαφη. Τα παραδοσιακά κιλίμια κατασκευάζονταν από γυναίκες και αποτελούσαν ένα έθιμο που περνούσε από μητέρα σε κόρη. Νεαρές γυναίκες μάθαιναν αυτήν την τέχνη υφαίνοντας χαλιά για τους μελλοντικούς συζύγους τους. Κοινό χαρακτηριστικό της ταπητουργίας της Ανατολίας είναι ο επονομαζόμενος συμμετρικός κόμπος ή Γκιόρντες που ανάγεται στο γόρδιο δεσμό του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Στα χαλιά της Ανατολίας, δεν υπάρχει απεικόνιση ανθρώπων ή ζώων, καθώς απαγορεύεται από το Κοράνι. Τα χαλιά της Ανατολίας δεν ξεχωρίζουν μόνο για την ιδιαίτερη αισθητική τους, αλλά και για την πρωταρχική εθνολογική τους αξία. Τα χαλιά της Ανατολίας, με την μακραίωνη, ανέπαφη ιστορία τους, αντανακλούν τις αξίες της εποχής στην οποία διαμορφώθηκαν και αποτελούν, συνεπώς, σημαντικό κομμάτι πλέον της Τουρκικής πολιτιστικής κληρονομιάς, παρά το γεγονός ότι ουσιαστικά αποτελεί αδιαφιλονίκητη συνέχεια της αντίστοιχης Βυζαντινής. Είναι γεγονός, ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία “πάτησε” επακριβώς πάνω στην οργάνωση στην Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, δηλαδή στο Βυζάντιο συνεχίζοντας τα πάντα ως συνεπής διάδοχός της, μη αλλάζοντας σχεδόν τίποτα. Έτσι, η πολιτισμική κληρονομιά της Ανατολίας, ανανεώνεται αλλεπάλληλα στην μακρά διαχρονική της πορεία, μέσα από πολλές Αυτοκρατορίες, από εκείνη του Μεγάλου Αλεξάνδρου και των επιγόνων του, στην συνέχεια τη Ρωμαϊκή, για να ακολουθήσει η Βυζαντινή και να καταλήξει στην Οθωμανική. Μια συνεχής αναμόχλευση πολιτισμών, θρησκειών, εθίμων, δεν μπορεί να αναλύεται από πολιτιστικής και λαογραφικής οπτικής, με βάση μόνο την σύγχρονη Ανατολία. Γι’ αυτό, το κάθε χαλί Ανατολίας αναδεικνύει όλη αυτή την ιστορική διαδρομή και είναι εμποτισμένο με την ιδιοσυγκρασία και την προσωπικότητα του υφάντη του. Η παραδοσιακή εργασία του αποτελεί έναν “καμβά” όπου βρίσκει έκφραση η ψυχοσύνθεση και τα συναισθήματα των απλών ανθρώπων, που εκφράζονται μέσα από την δημιουργία του χειροποίητου χαλιού. Τα χειροποίητα χαλιά της Ανατολίας πέρα από την δεδομένη χρηστικότητά τους, εμπεριέχουν έναν ολόκληρο κόσμο ιστορίας και παράδοσης που “κρύβεται” μέσα στα χαλιά για να προβάλλουν μέσα από την ύφανση του χαλιού τους συμβολισμούς και τις ελπίδες τους. Σήμερα, η παραγωγή χειροποίητων χαλιών Ανατολίας εξελίσσεται σχεδόν σε μηδενική, λόγω της αστικοποίησης των εκεί νομάδων και των κατοίκων των χωριών και κωμοπόλεων, που αποτελούσαν τον κύριο κορμό της παραγωγής χαλιών. Επιπλέον, λόγω και του υψηλού κόστους ζωής που εκτίναξε τις τιμές των χειροποίητων χαλιών σε μη ανταγωνιστικά των άλλων χωρών της Ασίας επίπεδα.