Στις απαρχές του surrealism, πολλοί κριτικοί της τέχνης, θεωρούσαν τότε σκωπτικά ότι αντί του sur (ελληνικά επί ή επάνω) θα έπρεπε να τεθεί το αντίστοιχο sous (ελληνικά υπό ή κάτω) γιατί κατά την γνώμη τους ήταν μια τέχνη που “υποσκάπτει” διαστρεβλώνοντας και βρίσκεται υπό ή πέραν από την   πραγματικότητα. Δηλαδή αντί του όρου Υπερρεαλισμός, τον ήθελαν, Υπορρεαλισμό. 

Επειδή η τέχνη διαχρονικά ανά τους αιώνες αλληλοεπηρεάζεται, ή αναμοχλεύει τις υπάρχουσες αξίες με τις τρέχουσες εξελίξεις κάθε εποχής, έτσι ακριβώς το “surrealism” είναι κατά βάση ένα πολιτικό κίνημα του μεσοπολέμου, που ήρθε να αμφισβητήσει το αναίτιο του προηγηθέντος Μεγάλου ή Α’ Παγκοσμίου Πολέμου με τα πολλά εκατομμύρια των νεκρών πολεμιστών, αλλά και των αμάχων. Ο αναίτιος πόλεμος προκάλεσε μια παγκόσμια “δυσφορία” η οποία μεταξύ άλλων γέννησε και το κίνημα του σουρρεαρισμού στην Γαλλία. Όλοι αυτοί, πολεμιστές και άμαχοι, έχασαν τη ζωή τους στο Μεγάλο Πόλεμο, όχι υπηρετώντας κάποιο ιδανικό, αλλά από την απουσία συννενόησης εξαιτίας έλλειψης πολιτισμού μεταξύ των αντιμαχομένων, δηλαδή των λογικών ανθρώπων, που η λογική τους ή ο κονφορμισμός τους, τους οδήγησε σε παράλογες, μη λογικές ενέργειες. Η αυτοαναίρεση της λογικής, καταλήγει στην μη χρησιμότητά της. 

Το κίνημα το οποίο ήταν μια δυνατή απάντηση στον κονφορμισμό που κυριαρχούσε στην Ευρώπη, και επιπλέον πρακτικά ήταν μια γενικότερη μορφή καταπίεσης των μαζών. Καταπιέζονταν σε ουσιαστικά “χειροπιαστό” επίπεδο (από την δυστοπία που εξελίχθηκε με το τέλος του πολέμου), αλλά κυρίως σε ψυχολογική βαθμίδα ευρύτερης καταστολής. Όλες αυτές οι μάζες των απλών ανθρώπων της Ευρώπης ένοιωθαν αδικημένοι, είτε για τα χαμηλά οικονομικά τους, είτε για την ψυχική και ψυχολογική ασφυξία που τους προκαλούσε, η απραξία και αδιαφορία για τους άδικους θανάτους του πολέμου, και η τήρηση ενός άχρηστου πλαισίου τύπων και συμπεριφορών  που τους έπνιγε.Κατάληξη ήταν η συμμόρφωση και προσαρμογή σε τύπους και συμπεριφορές, που δεν εκφράζουν τους ίδιους, αλλά μόνο την κοινωνία και το κράτος που υποχρεωτικά ανήκουν. 

Ο “Surrealism” προέκυψε γιατί ήταν η έξοδος και η αντίσταση στο “κατεστημένο” εκείνης αλλά ίσως και κάθε επόμενής της, εποχής. Ήταν η δυσπιστία στον ορθολογισμό και το “Rationalism”, η άρνηση απέναντι στην αδρανή αστική τάξη. Ήταν η απάντηση στην βαθειά κρίση του Δυτικού πολιτισμού, ήταν μια αντιμιλιταριστική ”κραυγή” που διεκδικούσε μια καθολική αναθεώρηση των αξιών σε κάθε ανθρώπινη έκφανση. Ήταν το κίνημα που ουσιαστικά τους απελευθέρωνε από την καταπιεσμένη ζωή τους, ενώ ταυτόχρονα διεκδικούσε την εξάλειψη της λογικής και της ώριμης σκέψης, που λειτουργούσαν σαν εργαλεία για την νομιμοποίηση αυτής της καταπίεσης.

Ο Σουρρεαλισμός έχει συνολική επιρροή από τον Μεγάλο Πόλεμο, την Οκτωβριανή επανάσταση, τον Μαρξισμό, τον Φρόυντ και αμφίπλευρα αλληλοεπίδραση (μόνο θεωρητικά αφού χρονικά έπονται τα βιβλία και οι ανακοινώσεις τους) με τους μεταφροιδικούς μαρξιστές ψυχαναλυτές (Ράιχ, Φρόμ, Μαρκούζε) και γενική αμφισβήτηση κυρίως για τον ψεύτικο καθωσπρεπισμό του Μεσοπολέμου. Ο Σουρρεαλισμός είναι ένα κοινωνικό κίνημα, μια καλλιτεχνική εξέγερση, που ξεκίνησε από την ποίηση, και τους πεζούς λογοτέχνες για να κατακτήσει τις εικαστικές τέχνες επιδιώκοντας την απαλευθέρωση της φαντασίας και την κατάργηση του κονφορμισμού με εμφανές κοινωνικό και πολιτικό βάθος. Έτσι τους οδήγησε σε ένα γενικευμένο ασυνείδητο, ουσιαστικά “χωρίς να δίνει λογαριασμό”, δηλαδή χωρίς κανένα έλεγχο. Εξέπεμπε έναν αυθορμητισμό, χωρίς φίλτρα, έναν “αυτοματισμό” χωρίς πλαίσιο. 

Με μια σχετική ελευθεριότητα, μπορούμε να ισχυριστούμε, ότι ο Surrealism είναι ο προάγγελος του κινήματος των αθειστών υπαρξιστών του Ζαν Πώλ Σάρτρ αμέσως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο (L’existentialism est un humanisme) και αργότερα με το Βιετνάμ των Χίπις. Ήταν ο Σουρρεαλισμός και κατά κάποιο τρόπο συνεχίζει να είναι ένα πολιτικό, αντιμιλιταριστικό κίνημα, κάτι σαν “make art not war” που το προσέγγισαν αργότερα, λίγο διαφορετικά οι Χίπις με το “make love not war”.  Σε αυτή τη βάση, ο σουρρεαλισμός αποδέχθηκε τον αναρχισμό και στήριξε έντονα το ειρηνιστικό κίνημα. Ο Αντρέ Μπρετόν, είναι ο αντικειμενικά κεντρικός ηγέτης που μαζί με τον Πωλ Ελιάρ αποτελούν την θεωρητική φυσιογνωμία του κινήματος, χωρίς να παραλείπονται, ο Ροζέ Βιτράκ, ο Ρενέ Κρεβέλ, ο Ρομπέρ Ντεσνός, αλλά και καλλιτέχνες όπως ο Μαξ Έρνστ, ο Ανρέ Μασόν, ο Χουάν Μιρό, ο Ζαν Αρπ, μαζί με πολλλούς που μετεπήδησαν ομαδικά από τους Ντανταιστές. 

Ο Μπρετόν βαθειά Μαρξιστής, τελικά αντίθετος του Λενινισμού και του Σοβιετικού μοντέλου, στενός φίλος με τον Λέοντα Τρότσκι για τον οποίον ταξίδεψε το 1938 μέχρι το Μεξικό προκειμένου να τον συναντήσει. Λίγο πριν το 1930 το κίνημά τους προσχώρησε στο Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα οπότε και εκδίδεται το περιοδικό “Le Surrealism au Service de La Revolution”.  Μαζί με τον Μπρετόν στο πρώτο Μανιφέστο του Σουρρεαλισμού το 1924, βρίσκεται επίσης κυρίαρχα και ηγετικά ο Λουί Αραγκόν στην συγκρότηση της ομάδας, και με ενεργή συμμετοχή στις εκδόσεις σχετικών περιοδικών όπως  το “La Revolution Surrealiste”. Είχε προηγηθεί εντελώς σημαδιακά, η δημόσια αποκήρυξη του Ντανταισμού, όταν ο Μπρετόν ανέλαβε την διεύθυνση του περιοδικού Litterature το 1922.

Ο όρος Surrealism οφείλεται στον ποιητή Γκιγιώμ Απολλιναίρ που το 1917 χαρακτήρισε έτσι ένα έργο του ως “drame surrealiste”. Όμως ουσιαστικά ο όρος παίρνει άλλες διαστάσεις από τον Μπρετόν που του προσδίδει εκείνα τα χαρακτηριστικά στα οποία στηρίχθηκε ο Σουρρεαλισμός μέσα από τον Φρόυντ, τις ονειρικές και φανταστικές καταστάσεις ενός ασυνείδητου και πρακτικά ενός αυτοματισμένου κόσμου. Αυτός ο “αυτοματισμός” αποτελεί ίσως την καρδιά του Σουρρεαλισμού, όπως το αποδίδει στο Μανιφέστο του το 1924 ο Μπρετόν: Σουρρεαλισμός είναι ο καθαρός ψυχικός αυτοματισμός μέσα από τον οποίο εκφράζεται με οποιοδήποτε τρόπο η λειτουργία της σκέψης. Βέβαια σήμερα στον απλό κόσμο όπως και στο ξεκίνημά του ο Σουρρεαλισμός σαν όρος χαρακτηρίζει με σκωπτική διάθεση πράγματα φανταστικά, παράλογα, περίεργα ή εξωπραγματικά. Από την άλλη κάθε άλλο παρά ακριβές είναι για το χαρακτηρισμό του Σουρρεαλιστικού κινήματος αυτή η απλοική απόδοση αν και παρ’ όλα αυτά χρησιμοποιείται ευρέως στην καθομιλουμένη, συνήθως με τον όρο ”σουρρεάλ”. 

Ο Σουρρεαλιστικός “αυτοματισμός” είναι μια αυθόρμητη, καθαρή ανεπηρέαστη διαδικασία, χωρίς κανενός είδους φίλτρα, χωρίς παρεμβολές σκέψης, τόσο στην σχεδίαση όσο και στην γραφή, επικεντρώνοντας στο ασυνείδητο χωρίς κανένα αισθητικό ή ηθικό, ή κριτικό περιορισμό. Πέρα από τον Αντρέ Μπρετόν και τον Φιλίπ Σαπώ με τα “μαγνητικά πεδία”, θα μπορούσαμε να εντάξουμε  στον Σουρρεαλισμό και την “Yψικάμινο” του Αντρέα Εμπειρίκου.  Στην ζωγραφική ο Ανρέ Μασόν ήταν ίσως ο πρώτος, με τον “αυτοματισμό” στην επαφή του πινέλου με τον μουσαμά ή το χαρτί. Και βέβαια στην συνέχεια έχουμε τον Χουάν Μιρό και τον Ζαν Αρπ και πολλούς άλλους, όπως: Αντρέ Μπρετόν, Ρενέ Κρεβέλ, Μαρκ Σαγκάλ, Σαλβαντόρ Νταλί, Λουί Αραγκόν, Ζωρζ Μπαλτάιγ, Τζόρτζιο Ντε Κίρικο, Πωλ Ελιάρ, Ανρέ Μανσόν, Μαξ Έρνστ, Μερέ Οπενχάιμ,  Βαλεντίν Ουγκό, Λουί Μπρουνουέλ και δικοί μας ο Αντρέας Εμπειρίκος και ο Οδυσσέας Ελύτης. Πέρα από την “Litterature” και τις Beaux Arts, ο σουρρεαλισμός επηρέασε το θέατρο, το χορό, την μουσική, τον κινηματογράφο αλλά ακόμα και την μόδα ακριβώς στο παγκόσμιο κέντρο της.

Ο Σουρρεαλισμός πάνω στα χαλιά, ξεκίνησε όταν ακριβώς είχε έρθει το τέλος του Σουρρεαλισμού με τον θάνατο του Μπρετόν το 1966. Εκείνη την εποχή, διάφορες ομάδες διανοουμένων, μαζί με τους μεταφρουδικούς Μαρξιστές ψυχαναλυτές σε διάφορες πρωτεύουσες της Ευρώπης, προέβαλαν μια άλλη mentalite που είχε μια κάποια απήχηση σε αλλαγή αντιμετώπισης του τρόπου ζωής. Ταυτόχρονα, προσπάθησαν και τελικά επέβαλαν σουρρεαλιστικά δείγματα σε διάφορα αρχιτεκτονικά σχέδια και στο product design, όπως και σε διάφορα διακοσμητικά, αλλά και στα χαλιά που παρουσιάστηκαν με τέτοια σχέδια, προσδίδοντας μια ιδιαίτερη χροιά προχωρημένης καλλιτεχνικής κουλτούρας στους κατόχους τους. Ακριβώς σε αυτή την εποχή που πρωτοεφαρμόζεται στην Ευρώπη η τεχνική μέθοδος για ημιχειροποίητα χαλιά Handtufted έχουμε από τις πρώτες σχεδόν παραγωγές σχέδια σουρρεαλιστικά. Η ευχέρεια με την μέθοδο handtufted σε γρήγορη αλλαγή των σχεδίων έδινε αυτή την δυνατότητα και τότε μεταξύ 1968-1971 είχαμε παραγωγές μοναδικών handtufted χαλιών με την μορφή “ακριβούς αντιγράφου” των σουρρεαλιστικών έργων. 

Πολύ σύντομα προκειμένου να αποπνέουν περισσότερο “intellectuelle” ύφος, χρειάστηκε τα χαλιά αυτά, να μην είναι πλέον μηχανοποίητα ή handtufted αλλά αποκλειστικά χειροποίητα (handknotted) και επιπλέον να είναι υποχρεωτικά οικολογικά, και organic. Μόνο έτσι θα μπορούσαν να συνάδουν με το τότε (αρχές της δεκαετίας του ’70) ευρισκόμενο μόλις στα σπάργανα Διεθνές Οικολογικό κίνημα, που συνδέθηκε άρρηκτα με την Ευρωπαική και Αμερικανική διανόηση. Έτσι, τα χειροποίητα χαλιά από ξεχωριστούς designers που είχαν επιρροές από τους στενούς αυτούς κύκλους των οικολόγων και του “επαναστατικού” πνεύματος των Ευρωπαικών μεγαλουπόλεων έδωσαν το στίγμα του Σουρρεαλισμού στα χειροποίητα χαλιά Ανατολής, συνδυάζοντάς τα με την οικολογία και ίσως υπήρξαν από τα πρώτα εντελώς βιολογικά (organic) προιόντα.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ