Γεωπολιτική Μορφολογία:

Ο πολιτισμός της Κοιλάδας του Ινδού, ένας από τους αρχαιότερους στον κόσμο, με απαρχές τουλάχιστον 5000 χρόνια πριν, απλωνόταν περίπου στην περιοχή που αναλογεί στο σημερινό Πακιστάν, ένα απέραντο, αλλά σχετικά σύγχρονο κράτος. Βρίσκεται στο σημείο όπου η Νότια Ασία συναντά την Κεντρική Ασία και τη Μέση Ανατολή. Το Πακιστάν βρέχεται από την Αραβική Θάλασσα στα νότια, ενώ συνορεύει με το Αφγανιστάν και το Ιράν στα δυτικά, την Ινδία στα ανατολικά και την Κίνα στο βορειοανατολικό άκρο. Είναι η έκτη πολυπληθέστερη χώρα στον κόσμο με πληθυσμό περίπου 140 εκατομμύρια και διαθέτει μια από τις εκτενέστερες μουσουλμανικές κοινότητες. Το όνομά του σημαίνει «Η χώρα των Αγνών» στα Ούρντου και στα Περσικά, και είναι στην πραγματικότητα μια περιοχή με ετερόκλητη ιστορία τουλάχιστον δύο εκατομμυρίων χρόνων. Ανασκαφές στις πόλεις Harappa, Mohenjodaro και Kot Diji έφεραν στα φως κτίσματα ενός ακμάζοντος πολιτισμού που άνθησε χιλιάδες χρόνια πριν. Το 1500 π. Χ η φυλή των Αρυανών κατέκτησε την περιοχή και απομάκρυνε τους Ινδούς κατοίκους προς τα ανατολικά. Αργότερα, τον 5ο αιώνα π.Χ. οι Πέρσες κατέλαβαν τις βόρειες περιοχές, ενώ οι Έλληνες κατέφτασαν με εντυπωσιακή ορμή το 327 π.Χ υπό την ηγεσία του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Το 712 μ.Χ άρχισε η Αραβική επιβολή στο νοτιότερο μισό της χώρας με έδρα τη σημερινή πόλη Καράτσι, μια επιβολή που διήρκεσε τυπικά πάνω από διακόσια χρόνια. Το Ισλάμ, όμως, ρίζωσε στις κοινότητες και επηρέασε τόσο τον τρόπο ζωής και τις παραδόσεις, όσο και τον πολιτισμό των λαών της περιοχής. Από το 10ο μ.Χ αιώνα ξεκίνησε η συστηματική κατάκτηση των Ινδο-Πακιστανών από μουσουλμάνους της κεντρικής Ασίας, μεχρι το 18ο αιώνα, οπότε και εγκαινιάστηκε μια περίοδος βρετανικής αποικιοκρατίας που διήρκεσε δύο αιώνες.

Οι αγώνες της Πανινδικής Μουσουλμανικής Λίγκας τελεσφόρησαν το 1947, έτος που σημαδεύτηκε από το τέλος της Βρετανικής κυριαρχίας και το διαχωρισμό της Βρετανικής Ινδικής Αυτοκρατορίας (Βελουχιστάν) σε δύο ανεξάρτητα κράτη, το Πακιστάν και την Ινδία. Το Πακιστάν περιελάβανε δύο μεγάλες πτέρυγες της πρώην Βρετανικής Ινδικής Αυτοκρατορίας με ισχυρή μουσουλμανική πλειοψηφία και κατείχε τις επαρχίες του Βαλοχιστάν, της Ανατολικής Βενγκάλης, την επαρχία του βορειο-δυτικού συνόρου, το δυτικό Παντζάμπι και το Σιντχ. Ο διαχωρισμός όμως, των εδαφών αποδείχτηκε αρκετά δύσκολη υπόθεση, όπως μαρτυρούν οι τρεις πόλεμοι που ξέσπασαν μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν και αφορούσαν (δύο από αυτούς) στο διοικητικό καθεστώς του Κασμίρ, το οποίο, κατά τα δύο τρίτα, αποδόθηκε στον έλεγχο της Ινδίας. Το 1971, μετά από ισχυρές πολιτικές και οικονομικές διαφωνίες, το Ανατολικό Πακιστάν, υποστηριζόμενο από την Ινδία, αποσχίστηκε και μετονομάστηκε σε Μπαγκλαντές, συνιστώντας ένα αυτόνομο κράτος. Μια σειρά δημοκρατικών και στρατιωτικών καθεστώτων εναλλάσσεται έκτοτε στην ηγεσία του Πακιστάν, προξενώντας, περιοδικά, έντονο κλίμα πολιτικής αστάθειας. Από το πραξικόπημα του 1999, αρχηγός του κράτους είναι ο στρατηγός Μουσάραφ.

Όπως τα περισσότερα κράτη της Ασίας, έτσι και το Πακιστάν, δεν γνώρισε μακροχρόνια διαστήματα ειρήνης και ασφάλειας. Σαν αποτέλεσμα των επανειλημμένων επιδρομών, της μετανάστευσης προσφύγων από το Αφγανιστάν και Μουσουλμάνων από την Ινδία, σημαντικές αλλαγές στην φυλετική σύσταση του πληθυσμού έχουν σημειωθεί. Η ανίχνευση της καταγωγής για τους Πακιστανούς είναι μια περίεργη και περίπλοκη διεργασία, καθώς ρίζες αποδίδονται στους Δραβιδιανούς, στους Ινδο- Αρυανούς, στους Έλληνες, στους Σκύθες, στους Ούνους, στους Άραβες, στους Μογγόλους, στους Πέρσες, στους Μπαλούτσους και στους Αφγανούς. Οι κύριες εθνικές ομάδες που απαντώνται είναι οι Punjabi, οι Sindhi, οι Παθάνοι, οι Μπαλούτσοι, Muhajir (μετανάστες από την Ινδία την περίοδο της διχοτόμησης και οι απόγονοί τους), ενώ η κυρίαρχη θρησκεία είναι η μουσουλμανική. Η εθνική ταυτότητα των Πακιστανών είναι εν γένει σύνθετη και πολυδιάστατη, βασιζόμενη σε έναν συνδυασμό θρησκείας, γλώσσας, εθνικότητας και φυλής.

Η τέχνη της ταπητουργίας στο Πακιστάν

Η τέχνη της υφαντουργίας αναπτύχθηκε στην περιοχή που περιλαμβάνει γεωγραφικά και το Πακιστάν σε μια χρονική στιγμή που λίγοι πολιτισμοί ανά τον κόσμο επιδίδονταν σε αυτή. Ανασκαφές στις πόλεις Moenjodaro and Harappa (αρχαίες πόλεις του Πολιτισμού της Κοιλάδας του Ινδού) φανερώνουν την εξοικείωση του πληθυσμού με τη χρήση του αδραχτιού, καθώς και με την επεξεργασία μια μεγάλης ποικιλίας υφαντών υλικών. Πολλοί ιστορικοί πιστεύουν μάλιστα ότι πρώτος ο Πολιτισμός της Κοιλάδας του Ινδού Ποταμού εξέλιξε τη χρήση των πλεκτών υφασμάτων. Η παράδοση της επεξεργασίας υφασμάτων έχει επιζήσει με τη μορφή της λαϊκής τέχνης σε πολλές περιοχές του Πακιστάν. Τα σχέδια των υφαντών, η αρχιτεκτονική και τα χαρακτηριστικά της παραδοσιακής τέχνης της χώρας προσιδιάζουν στα γεωμετρικά σχήματα και στα μοτίβα με λουλούδια που είναι αναπόσπαστο κομμάτι του σχεδιασμού των χαλιών. Το γεγονός αυτό συνιστά αρκετά ισχυρή ένδειξη ότι η τέχνη της ταπητουργίας στην περιοχή του Πακιστάν διασώζεται από το μακρινό παρελθόν.

Παρόλo που μια ιστορική άποψη υποστηρίζει ότι η ταπητουργία εισήχθη στην περιοχή με την έλευση των πρώτων Μουσουλμάνων κατακτητών από τη Δύση τον 11ο αιώνα, η ουσιαστική ανάπτυξη της πακιστανικής ταπητουργίας ξεκινά με την εδραίωση της Δυναστείας των Μογγόλων. Ο Μογγόλος σάχης Χουμαγιάν, όντας εξόριστος στην Περσία, ήρθε σε επαφή και αγάπησε την Περσική τέχνη, την οποία και θέλησε να εξαπλώσει και στο Πακιστάν, μεταφέροντας μαζί του στην επιστροφή του και δύο Πέρσες ζωγράφους. Η μογγολική σχολή ζωγραφικής, στην οποία οι προαναφερθέντες έθεσαν τις βάσεις, επηρέασε σημαντικά τη θεματολογία της ταπητουργίας. Ήταν όμως με την άνοδο στη εξουσία του σάχη Ακμπάρ, γιου του Χουμαγιάν, που η μογγολική δυναστεία από τη μια πλευρά, και η ταπητουργία από την άλλη, εδραιώθηκαν. Τα χαλιά που υφαίνονταν στο Punjab εκείνη την εποχή –αποκαλούμενα συχνά χαλιά Lahore- δανείστηκαν τα σχέδια και τα μοτίβα από την μογγολική αρχιτεκτονική. Κατά τη διάρκεια της μογγολικής Δυναστείας τα χαλιά του Πακιστάν έγιναν ιδιαιτέρως περιζήτητα, ακόμα και στο εξωτερικό, για τον ξεχωριστό σχεδιασμό τους και την πλούσια πυκνότητά της υφής τους. Κινητήρια δύναμη, όμως, για την πλήρη εμπορική ενίσχυση της ταπητουργίας, αποτέλεσε η East India Company που έκανε «ανοίγματα» στην Ευρώπη και ενθάρρυνε την ύφανση χαλιών σε μικρές οικογενειακές εστίες σε διάφορα σημεία της περιοχής.

Με τον διαχωρισμό από την Ινδία και την ίδρυση του Πακιστάν το 1947, οι περισσότεροι μουσουλμάνοι τεχνουργοί μετοίκησαν στις περιοχές γύρω από το Καράτσι και το Λαχόρ, δύο ισχυρά κέντρα ταπητουργίας στο σημερινό Πακιστάν. Οικογένειες με καταγωγή από το Κασμίρ συγκεντρώθηκαν στο Λαχόρ και παρά τις ποικίλες αντιξοότητες (έλλειψη πρώτων υλών, περιορισμένη ζήτηση στην αγορά, αβεβαιότητα της προοπτικής κέρδους) κατάφεραν να επανεδραιώσουν τους εμπορικούς δεσμούς με την Ευρώπη. Είναι αυτοί οι άνθρωποι που αποτελούν σήμερα το «ισχυρό χαρτί» της πακιστανικής ταπητουργίας.

Τα χειροποίητα χαλιά σήμερα είναι από τα κορυφαία εξαγώγιμα προϊόντα του Πακιστάν και η παραγωγή τους είναι η δεύτερη μεγαλύτερη μορφή οικιακής παραγωγικότητας. Οι Πακιστανοί δημιουργοί έχουν τη δυνατότητα να κατασκευάσουν κάθε τύπο χαλιού με τα πιο δημοφιλή μοτίβα. Υπάρχουν διάφορα σχέδια χαλιών που παράγονται στο Πακιστάν, όπως το Μογγολικό – Κασμίρ και διάφορα περσικά σχέδια, καθώς και Μπουχάρες άριστης ποιότητας. Το Μπαλουχιστάν και το NWFP φημίζονται για τα εξαιρετικά Τουρκομανικά σχέδια και τους συνδυασμούς των χρωμάτων, ενώ το Καράτσι και το Λαχόρ διαθέτουν παράδοση σε tribal μονοϋφαντα σχέδια Τουρκομανικού και Καυκάσιου στυλ και διπλοϋφαντα Μογγολικού τύπου. Υπάρχουν πολλές ομοιότητες μεταξύ των Μογγολικών ποικιλιών και των αντίστοιχων Περσικών, όμως τα μογγολικά διαθέτουν πυκνότερη υφή και χαμηλότερη τιμή, χωρίς να υστερούν σε ποιότητα. Οι Πακιστανοί υφάντες έχουν αναδειχτεί σε εξαιρετικά εφευρετικούς δημιουργούς, ανανεώνοντας την θεματολογία τους με νέα σχέδια, αντλώντας παράλληλα από τη «δεξαμενή» των αντίκ σχεδίων, διατηρώντας, όμως και τα σχέδια των παραδοσιακών χειροποίητων χαλιών.