«Γιατί υπήρχε» —- George Lee Mallory, ερωτηθείς γιατί κάποιος θα ήθελε να ανεβεί στο όρος Έβερεστ.

Γεωπολιτική Μορφολογία:

Με το 80% της επιφάνειάς του να καλύπτεται από τις απόκρημνες κορυφές των Ιμαλαϊων, δεν θα περίμενε κανείς εύκολα να βρει θάλασσα κοντά στο Νεπάλ. Πράγματι, το Νεπάλ είναι μια εξολοκλήρου ηπειρωτική χώρα της Νότιας Ασίας που συνορεύει με την Κίνα στα βόρεια και από όλες τις υπόλοιπες κατευθύνσεις «περικλείεται» από την Ινδία. Οχτώ από τα δέκα ψηλότερα βουνά το κόσμου βρίσκονται στο Νεπάλ συνθέτοντας ένα απόκοσμο και μυστικιστικό τοπίο.Το Νεπάλ χωρίζεται σε τρεις γεωγραφικές ζώνες και παρότι μικρό σε έκταση εμφανίζει μεγάλη φυσική ανομοιομορφία: στα νότια συναντά κανείς το Terai με τις πεδιάδες και τις καλλιεργήσιμες εκτάσεις, στο κέντρο την Αλυσίδα Μαχαμπαράτ με την Κοιλάδα του Κατμαντού που είναι και το ιστορικό και πολιτειακό λίκνο, ενώ το βόρειο τμήμα του Νεπάλ καλύπτεται από τα Ιμαλάια. Οι σημαίες που κυματίζουν στο Νεπάλ, είναι οι μόνες εθνικές σημαίες που δεν είναι παραληλλόγραμμες, καθώς αποτελούνται από δύο τρίγωνα που συμβολίζουν τα δύο αντίπαλα στρατόπεδα της Δυναστείας Ράνα που κυβερνούσε το Νεπάλ μέχρι πρόσφατα.

Παρότι οι σκληρές κλιματολογικές συνθήκες δεν ενδείκνυνται για μια άνετη διαβίωση στην περιοχή, αρχαιολογικές έρευνες έδειξαν ότι η περιοχή των Ιμαλαϊων κατοικείται εδώ και τουλάχιστον 9.000 χρόνια. Πριν από 2500 χιλιάδες χρόνια, το Νεπάλ κατοικήθηκε από Θιβετιανές και Βιρμανικές κοινότητες που σχημάτισαν σταδιακά βασίλεια και φυλές. Από μία από αυτές προερχόταν ο πρίγκηπας Σιντάρτα Γκαουτάμα (για τους πιστούς, Βούδας) που απαρνήθηκε την τρυφηλότητα της κοσμικής ζωής για την πνευματικότητα του πεφωτισμένου νου. Από τον 8ο π.Χ αιώνα η Ινδική κυριαρχία και επιρροή άφησε την ισχυρή σφραγίδα της στην εξέλιξη τόσο των τεχνών, όσο και της κοινωνίας στο σύνολό της. Η Δυναστεία των Licchavi, που προώθησε την εδραίωση των ινδικών παραδόσεων και εγκαθίδρυσε το σύστημα της κάστας και στο Νεπάλ, αντικαταστάθηκε από την Δυναστεία Newari, απ’όπου φημολογείται ότι προέρχεται το όνομα του Νεπάλ. Υπό την αυστηρή καθοδήγηση της Δυναστείας Chalukaya o μέχρι τότε κυρίαρχος Βουδισμός αντικαταστάθηκε από την σταδιακή επιβολή του Ινδουισμού. Η τελική ένωση των διαφορετικών βασιλείων του Νεπάλ, που αρχικά αναφερόταν μόνο στην κοιλάδα του Κατμαντού, επιτεύχθηκε με τις προσπάθειες του πρίγκηπα Prithvi Narayan Shah, που ευωδόθηκαν τελικά το 1768.

Η εδαφική ποικιλομορφία συνοδεύεται από μια εξίσου ενδιαφέρουσα πολυπολιτισμικότητα στο Νεπάλ, αφού οι Ινδουιστές κάτοικοι των πεδιάδων συνυπαρχουν με τους βουδιστές των ορεινών περιοχών στα σύνορα με το Θιβέτ. Η κυριαρχία όμως των Ινδουιστών, που αποτελούν το 90% του πληθυσμού και έχουν τις Ινδο-Αρυανές ρίζες, στην πολιτική και θρησκευτική ζωή του Νεπάλ παραμένει αδιαμφισβήτητη. Τα δύο βασικά θρησκεύματα βρίσκονται σε αγαστή συνύπαρξη μεταξύ τους και ορίζουν όχι μόνο μια σειρά πρακτικών, αλλά την κοσμοθεωρία και τον τρόπο ζωής ενός ολόκληρου λαού. Κατά τη δεκαετία του 1960 το Νεπάλ έγινε ιδανικό καταφύγιο για τους απανταχού hippies που αναζητούσαν πνευματικές προκλήσεις τόσο στις παραισθησιογόνες ουσίες, όσο και στην έντονη θρησκευτικότητα που διαπνέει την περιοχή, με απομεινάρια μεσαιωνικών θρησκευτικών μνημείων και την έννοια της Νιρβάνα ως μόνιμη επιδίωξη. Ίσως και να μην ξεχώριζαν ιδιαίτερα από τους ασκητές ταξιδιώτες του Ινδουσμού, τους Sandhu, που πρεσβεύουν και αναζητούν την απόλυτη ελευθερία με τον δικό τους μοναδικό τρόπο, λατρεύοντας τη θεότητα Shiva.

Η Τέχνη της Ταπητουργίας στο Νεπάλ

Οι κάτοικοι του Νεπάλ γνωρίζουν πώς να διατηρούν ανέπαφες τις πατρογονικές παραδόσεις αιώνων και φροντίζουν όχι μόνο να συντηρούν, αλλά και να εξελίσσουν την πολιτιστική τους κληρονομιά. Ανάμεσα στα εξαίρετα έργα τέχνης του Νεπάλ, συναντά κανείς και μοναδικά χαλιά όπου διοχετεύεται η επιδεξιότητα και η τεχνική πολλών γενεών. Τον 4ο αιώνα οι κάτοικοι της κοιλάδας άρχισαν να υφαίνουν κουβέρτες και χαλιά από μαλλί προβάτου. Οι Μαγάροι, φυλή Μογγολικής προέλευσης, επιδιδόταν στην εκτροφή αιγοπροβάτων και στην επεξεργασία μαλλιού, το οποίο στη συνέχεια διοχέτευαν στην τοπική αγορά και έτσι προμήθευαν τους οικιακούς υφάντες. Σε κάθε σπίτι υπήρχε ένας εργαλειός στερεωμένος στον τοίχο και στη μέση του υφάντη την ώρα που εργαζόταν. Στις ορεινές περιοχές της χώρας οι Νεπαλέζοι ύφαιναν πρώιμες μορφές χαλιού, όπως τα radi, τα pakhi, τα bakhu, για να προστατευτούν από τις σκληρές κλιματολογικές συνθήκες και το κρύο. Αυτές οι εγχώριες μορφές χαλιού, σκληρές, αλλά φτηνές, από εγχώριο μαλλί, ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένες στις τοπικές κοινότητες, αλλά όχι και στη διεθνή αγορά.

Ισχυρό εφαλτήριο για την εμπορική εκτίναξη της παραγωγής χαλιών δόθηκε από την μεγάλη εισροή Θιβετιανών προσφύγων στα τέλη της δεκατίας του 1950. Οι κάτοικοι του Νεπάλ επωφελήθηκαν από την εμπειρία των Θιβετιανών και εμπνεύστηκαν από τις νέες ταπητουργικές τεχνικές. Παράλληλα, σε επίπεδο υποδομών και πρόνοιας, αρκετά σημαντική υπήρξε και η οικονομική υποστήριξη της Swiss Agency for Technical Assistance που συνέβαλε τα μέγιστα στην χρηματική και τεχνική αναστύλωση και στην προώθηση της ταπητουργίας για να ενισχύσει τους Θιβετιανούς μετανάστες. Η πρώιμη παραγωγή περιοριζόταν στην τοπική αγορά και προσέλκυε τουρίστες, ενώ το 1964 ξεκίνησε η εξαγωγική δραστηριότητα που έμελλε να εκτοξευθεί στο άμεσο μέλλον. Σήμερα, η ταπητουργία στο Νεπάλ είναι μια ιδιαιίτερα προσοδοφόρα επιχείρηση που ανθεί συμβάλλοντας ουσιαστικά στην τοπική οικονομία. Το επίκεντρο της ταπητουργίας είναι η κοιλάδα του Κατμαντού, όπου παράγεται το 95% των χαλιών.

Τα χαλιά από το Νεπάλ χαρακτηρίζονται για την μεγάλη ανθεκτικότητά τους. Διακριτικό τους γνώρισμα είναι ο αριθμός των κόμπων ανά ίντσα, που κυμαίνεται από 60 εώς 150, ενώ ακολουθειται μια ειδική δομή διπλού κόμπου που απαιτεί αποκλειστικά χειρωνακτική εργασία. Τα μοτίβα των χαλιών από το Νεπάλ αντλούν στοιχεία από την Βουδιστική εικονογραφία και τη σαμανική και βεδδική φιλοσοφία, αλλά τα τελευταία χρόνια συναντά κανείς χαλιά με μοντέρνα σχέδια, σύμφωνα με τις επιταγές της διεθνούς αγοράς. Σε μικρότερη συχνότητα συναντά κανείς και κινέζικα σχέδια.